Κυπριακό κρασί: Σε ανοδική τροχιά
από τον Γιάννη Καρακάση MW

 

 

 

 

 

 Η Κύπρος δεν είναι άγνωστη στον οινικό μας κόσμο, διαθέτοντας μακρά οινοποιητική παράδοση και ιστορία, που πηγαίνει πίσω χιλιάδες χρόνια. Το πιο διάσημο κρασί της, το "κρασί των βασιλέων", είναι η γλυκιά Κουμανδαρία. Το αρχαιότερο κρασί στον κόσμο, ακόμα στην παραγωγή.

 Η ιστορία της Κουμανδαρίας ξετυλίγει το νήμα της  στις σταυροφορίες του 12ου αιώνα, με πρωταγωνιστές το Ριχάρδο το Λεοντόκαρδο και τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη. Στους τελευταίους οφείλει και το όνομά της. "Grande Commanderie" λεγόταν η περιοχή που ανήκε στους Ιππότες και στην οποία ξεκίνησε η αρχική παραγωγή του κρασιού.

 

 

 

 

 


Oι ποικιλίες

 

 Όμως, αν και το επίπεδο της σύγχρονης Κουμανδαρίας είναι υψηλότατο με μερικά συγκλονιστικά κρασιά στην κυκλοφορία, ο ενθουσιασμός βρίσκεται αλλού. Στα ξηρά λευκά και κόκκινα από κυπριακές αυτόχθονες ποικιλίες. 


 Ο αείμνηστος Άκης Ζαμπάρτας, πρωτοπόρος οινοποιός, κατά τη διάρκεια της καριέρας του ως οινολόγος στην ΚΕΟ, ανακάλυψε εκ νέου 12 αυτόχθονες ποικιλίες σταφυλιών, πάνω στις οποίες μπορεί να βασιστεί το μέλλον του κυπριακού αμπελώνα. Ανάμεσά τους το Ξυνιστέρι, η Πρωμάρα, και το Σπούρτικο από λευκές, το Μαραθέφτικο και το Γιαννούδι από ερυθρές ποικιλίες, θεωρούνται οι πιο σημαντικές, δείχνοντας στους παραγωγούς τον τρόπο να παράγουν αυθεντικά, μοναδικά κρασιά που δεν θα μοιάζουν με κανένα άλλο. Αποκλειστικά με βάση τη δική τους κληρονομιά. 

 


Το terroir


Το τερρουάρ, ως οικοσύστημα μίας περιοχής, είναι ξεχωριστό στο νησί.  Η φυλλοξήρα δεν έφτασε ποτέ στην Κύπρο και έτσι τα αμπέλια είναι αυτόριζα (στις δικές τους ρίζες) και μεγάλης ηλικίας, κοντά στα 50-60 έτη μέσο όρο. Οι αμπελώνες είναι από τους πιο εντυπωσιακούς στον κόσμο και μεταξύ των υψηλότερων στην Ευρώπη - φθάνοντας ακόμα και τα 1580 μέτρα στη Χανδριά - με απότομες κλίσεις, φτωχά εδάφη υπεύθυνα για την παραγωγή artisanal κρασιών με ισχυρή προσωπικότητα και άποψη. Πολλά από τα αμπέλια είναι διαμορφωμένα σε κύπελλο και είναι μη αρδευόμενα - δύο παράγοντες που θεωρείται ότι συνεισφέρουν στη συγκράτηση των στρεμματικών αποδόσεων και στην εκτόξευση της ποιότητας των παραγόμενων κρασιών. 
Αναρωτιέμαι σε πόσες περιοχές στον κόσμο υπάρχει τέτοιος μοναδικός συνδυασμός high altitude vineyards και προφυλλοξηρικών αυτόριζων αμπελιών;

 


Η γεύση των κυπριακών κρασιών

 

 Το Ξυνιστέρι: Είναι ο αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής. Η πρώτη αναφορά για την ποικιλία πηγαίνει πίσω στο 1881 και καλύπτει περίπου το 20% των αμπελώνων, με 24.000 στρέμματα. Παράγει κρασιά φρουτώδη, με αρώματα λεμονιού και ροδάκινου, τα οποία συμπληρώνονται από βοτανικά ή ορυκτά αρώματα. Το σώμα είναι ελαφρύ ως μέτριο, με υψηλή φρεσκάδα και αίσθηση ορυκτότητας στα καλύτερα παραδείγματα. Διαφορετικά στυλ παράγονται στην Πάφο, στα Κρασοχώρια Λεμεσού και στην Πιτσιλιά. Τα οινοποιεία Κυπερούντα, Τσιάκκας, Ζαμπάρτας, Βουνί Παναγιά και Εκφράσεις Βασιλειάδη παράγουν εξαιρετικές εκφράσεις.  Η ελληνική ποικιλία που γευστικά είναι πιο κοντά είναι η Ρομπόλα.  

 

 Σπoύρτικο και Πρωμάρα: Ακολουθούν από αρκετή απόσταση το Ξυνιστέρι, με το πρώτο να δίνει απαλά, φρέσκα κρασιά ενώ το δεύτερο πιο γεμάτα και παχιά, που συχνά παλαιώνουν σε δρύινα βαρέλια, αποκτώντας μεγαλύτερη πολυπλοκότητα.  

 

 Το Μαραθεύτικο είναι το μεγάλο στοίχημα του κυπριακού αμπελώνα. Είναι γνωστό ως Βαμβακάδα στην περιοχή της Πιτσιλιάς. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ποικιλίες, που έχουν και θηλυκά και αρσενικά μέρη και γι’ αυτό αυτογονιμοποιούνται, το Μαραθεύτικο θεωρείται θηλυκό φυτό. Έτσι χρειάζεται τη βοήθεια άλλων ποικιλιών όπως το Σπούρτικο, για να παράξει σταφύλια. Φυτεμένο στο 5% του κυπριακού αμπελώνα, είναι υπέυθυνο για αρωματικά κρασιά με έντονα κόκκινα φρούτα του δάσους μαζί με ανθικές ή βοτανικές νύξεις. Στο στόμα έχει μέτριο βάρος, σφιχτή τανική δομή και δροσερή οξύτητα. Τα οινοποιεία Αργυρίδης, Τσιάκκας, ΚΕΟ και Βουνί Παναγιά δείχνουν το δρόμο, παράγοντας κρασιά υψηλότατου επιπέδου. 

 

 Το Γιαννούδι είναι το πιο πρόσφατο μυστικό των κυπριακών αμπελώνων. Αρχικά θεωρήθηκε ότι ήταν Μαραθέφτικο και πήρε το όνομά του από τον κήπο κάποιου Γιάννη, στον οποίο ανακαλύφθηκε. Είναι μέχρι στιγμής φυτεμένο ελάχιστα αλλά φαίνεται πολλά υποσχόμενο, με λιγότερα προβλήματα από το Μαραθέφτικο. Δίνει κρασιά με αρώματα άγριων μούρων και βοτάνων, πιο μαύρο φρούτο συγκριτικά με το κόκκινο του Μαραθέφτικου και στιβαρές, πυκνές τανίνες. Παρά τις μικρές φυτεύσεις, δείχνει ικανό να κάνει τη διαφορά. Τόσο το Μαραθέφτικο όσο και και το Γιαννούδι πλησιάζουν αρκετά τη γεύση της Μανδηλαριάς και του Μαυροτράγανου.

 

 Tο κυπριακό κρασί βρίσκεται σε ανοδική τροχιά. Με τις νέες τάσεις που ευνοούν παγκοσμίως τις αυτόχθονες ποικιλίες, την ποιότητα που βελτιώνεται συνεχώς (χρυσά στο Decanter για Ξυνιστέρι και Πρωμάρα το 2016 και 2017), την εξωστρέφεια των παραγωγών αλλά και τα εκατομμύρια τουρίστες που επισκέπτονται το νησί, δείχνει ότι το μέλλον τους ανήκει.