Κρασιά Κεφαλονιάς
Σύμφωνα με τα γραπτά του Όμηρου, τα κρασιά της Κεφαλονιάς ήταν ήδη γνωστά από την εποχή του. Αποτελούσαν το πιο άξιο δώρο, ικανό να στεριώσει φιλίες, να δημιουργήσει νέους δεσμούς, να διαλύσει παρεξηγήσεις, να οικοδομήσει συμμαχίες... Σήμερα ο αμπελώνας της Κεφαλονιάς, κατά τα 2/3 του βρίσκεται σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές, σε εδάφη κυρίως ασβεστολιθικά, ιδιαίτερα φτωχά σε οργανική ουσία. Το κλίμα του νησιού είναι μαλακό, οι βροχοπτώσεις αρκετές και η επίδραση του Μαύρου Βουνού, του Αίνου, εξαιρετικά ευνοϊκή. Όλα τα παραπάνω, μαζί με τις χαμηλές στρεμματικές αποδόσεις και το μικρό μέγεθος των αμπελοτεμαχίων (κατά μέσο όρο 4,5 στρέμματα ανά παραγωγό), έχουν καθορίσει τη μορφή της αμπελοκαλλιέργειας.
Τα σταφύλια που καλλιεργούνται είναι κατά κύριο λόγο η Ρομπόλα, και δευτερευόντως το λευκό Μοσχάτο, η Μαυροδάφνη, το Τσαούσι, το Βοστιλίδι ή Γουστολίδι, το Ζακυνθινό και η αρωματική Μοσχατέλλα που είναι αποκλειστικότητα του νησιού. Απ’ αυτά παράγονται 3 οίνοι Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (Π.Γ.Ε.): Πλαγιές Αίνου, Μεταξάτα, Μαντζαβινάτα και 2 Προστατευόμενης Ονομασίας προέλευσης (Π.Ο.Π.): οι γλυκείς Μαυροδάφνη Κεφαλληνίας και Μοσχάτος λευκός Κεφαλληνίας. Στην κορωνίδα όμως των κρασιών του νησιού βρίσκεται ο Π.Ο.Π. Ρομπόλα Κεφαλληνίας. Η περίφημη αυτή ποικιλία καλλιεργείται κυρίως στο νότιο και κεντρικό κομμάτι του νησιού, σε αμπελώνες συνολικής έκτασης 3.000 στρεμμάτων, που φτάνουν μέχρι και στα 800 μέτρα. Τα φυτά είναι φυτεμένα στην κυριολεξία πάνω στην πέτρα, εξ ου και το όνομα Vino di Sasso (κρασί της πέτρας) με το οποίο βάφτισαν τη Ρομπόλα οι Ενετοί.